- ανάπηξη
- Φαινόμενο στο οποίο οφείλεται η πήξη του πάγου, που έχει υγροποιηθεί, εξαιτίας της εφαρμογής μηχανικής πίεσης.
Το σημείο πήξης των υγρών είναι χαρακτηριστικό και σταθερό για ένα σώμα, όταν η πήξη γίνεται κάτω από την ατμοσφαιρική πίεση. Όταν το νερό όμως τοποθετηθεί κάτω από αρκετά μεγάλη πίεση, μπορεί να παραμείνει υγρό ακόμα και σε θερμοκρασίες χαμηλότερες από το μηδέν. Κι αυτό γιατί τα μόρια του νερού έχουν μεγαλύτερες κινητικές ενέργειες, οι οποίες πρέπει να εξουδετερωθούν, για να κρυσταλλωθούν σε στερεό πάγο.
Με βάση το φαινόμενο της α. εξηγείται η μετακίνηση των παγετώνων. Το χιόνι που πέφτει στα υψηλά στρώματα της ατμόσφαιρας, εξαιτίας της απότομης μεταβολής της θερμοκρασίας, πήζει και μετατρέπεται σε στερεή μάζα. Κάτω από το βάρος του χιονιού που προστίθεται συνέχεια, ο όγκος του πάγου αρχίζει να κινείται παίρνοντας το σχήμα των χαραδρών. O παγετώνας αποτελείται από δύο περιοχές, την κατώτερη, που είναι υγροποιημένος πάγος, και την ανώτερη, που είναι πάγος στερεοποιημένος κάτω από την ατμοσφαιρική πίεση.
* * *ηη εκ νέου πήξη κάποιου σώματος, ξανάπηγμα.
Dictionary of Greek. 2013.